Oι Φοβίες με τη σειρά τους μπορούν να χωριστούν σε: Αγοραφοβία, Ειδικές Φοβίες, Κοινωνικές Φοβίες και Ιδεοληπτικές Φοβίες.
Στην Αγοραφοβία, οι άνθρωποι φοβούνται να εκτεθούν σε καταστάσεις όπου θα τους είναι πολύ δύσκολο να διαφύγουν σε περίπτωση που ξαφνικά προκύψει κάποια αδιαθεσία τους. Τέτοιες καταστάσεις μπορεί να είναι το να βρεθούν μόνοι μεταξύ άγνωστου πλήθους σε πολυσύχναστα μέρη, το να μείνουν χωρίς τη συνοδεία κάποιου οικείου προσώπου ή το να μείνουν εντελώς μόνοι τους, η χρήση του ασανσέρ και των μέσων μαζικής μεταφοράς, η διέλευση μιας γέφυρας ή σήραγγας κ.λπ. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολύ συχνά η Αγοραφοβία συνοδεύεται από κρίσεις πανικού που πυροδοτούνται από τις παραπάνω καταστάσεις. Αν η Αγοραφοβία δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να καταστήσει έναν άνθρωπο δυσλειτουργικό στην καθημερινότητά του, επειδή εκείνος θα προσπαθεί να αποφεύγει κάθε περίσταση που πιθανώς να του προκαλεί φόβο και έτσι δε θα μπορεί να φέρει εις πέρας τις κοινωνικές, επαγγελματικές και άλλες υποχρεώσεις.
Στις Ειδικές ή Απλές Φοβίες το ερέθισμα που προκαλεί φόβο είναι πολύ συγκεκριμένο και παρότι αναγνωρίζουμε ότι ο φόβος μας μπορεί να είναι παράλογος, εξακολουθούμε να φοβόμαστε. Στις Ειδικές Φοβίες μπορεί να εντάσσονται οι φοβίες για ζώα, όπως σκυλιά, ποντίκια, κατσαρίδες, οι φοβίες φυσικών φαινομένων, όπως ύψος, σεισμός, οι φοβίες διαφόρων καταστάσεων, όπως η κολύμβηση. Και ενώ όλες οι παραπάνω φοβίες προκαλούν ταχυκαρδία, υπάρχει μία που προκαλεί πτώση των καρδιακών παλμών και είναι η φοβία αίματος/ένεσης.
Στις Κοινωνικές Φοβίες, οι άνθρωποι τείνουν να αποφεύγουν κοινωνικές καταστάσεις στις οποίες μπορεί να βρεθούν στο επίκεντρο της προσοχής, διότι φοβούνται ότι θα εκτεθούν ή θα γελοιοποιηθούν. Εκτός του δεδομένου άγχους, μπορεί να προκληθεί εφίδρωση και τρέμουλο. Κλασσικό παράδειγμα Κοινωνικής Φοβίας είναι η ομιλία μπροστά σε ακροατήριο, αλλά ακόμα και το άγχος σεξουαλικής επίδοσης μπορεί να ενταχθεί στις φοβίες αυτού του τύπου.
Όσον αφορά στις λεγόμενες Ιδεοληπτικές Φοβίες, θα μπορούσε να πει κανείς ότι σε αντίθεση με τις υπόλοιπες φοβίες υφίστανται ανεξάρτητα από το αν είναι παρόν το ερέθισμα που τις προκαλεί ή όχι και κυριαρχούν στη σκέψη επαναλαμβανόμενες. Συνήθως σχετίζονται με κίνδυνο ασθένειας ή μόλυνσης. Για παράδειγμα μπορεί κάποιος να σκέφτεται συνέχεια ότι πάσχει από HIV, χωρίς να μπορεί να πάψει να το σκέφτεται και βέβαια χωρίς αναγκαστικά να νοσεί.